Ροή

Όρια της ανθρώπινης ύπαρξης - Γέννηση & Θάνατος

gavraki

Active member
Joined
27 May 2010
Μηνύματα
2,820
Βαθμολογία
0
Points
36
Location
Rhodos
Όρια της ανθρώπινης ύπαρξης - Γέννηση & Θάνατος


Είναι εύλογο να αποτελέσει το πρώτο «γιατί» ενός στοχασμού η ζωή. Ποιος αλήθεια δεν έχει κάποτε αναρωτηθεί: «μετά το θάνατο τι;», «πριν τη γέννηση τι;», «κατά τη διάρκεια της ζωής τι;». Η προβληματική του υπαρκτικού ζητήματος βρίσκεται πάντοτε καθοδόν, όπως άλλωστε και η ίδια η Φιλοσοφία. Ωστόσο η επιστήμη της Θεολογίας έχει καταλήξει σε γνωστά πορίσματα, τα οποία δυστυχώς σε πολλές περιπτώσεις λαμβάνουν τη μορφή άκριτου δογματισμού. Ένας κοινός υπερασπιστής θρησκευτικών δογματικών αντιλήψεων θα παρατηρήσει πως εφόσον σε υπαρξιακά ζητήματα η επιστήμη της Θεολογίας καλύπτει την ολόκληρη, τη μοναδική, την αδιαπραγμάτευτη αλήθεια, κάθε περαιτέρω αναζήτηση διώχνει το θνητό από τα μονοπάτια του παραδείσου προς τις λεωφόρους της κόλασης. Όχι λοιπόν, η έρευνα δεν είναι έργο απίστων. Αν ο Θεός είναι η μόνη αλήθεια, η μόνη απάντηση στα υπαρξιακά ερωτήματα, ο φιλοσοφικός στοχασμός θα καταλήξει αναπόδραστα εκεί. Καταρχάς όμως είναι ανάγκη να ξεπεραστούν οι στερεοτυπικές αντιλήψεις για να γίνει η αρχή της ορθής έρευνας.

Ας δοκιμάσουμε λοιπόν όρια της γνωστικής μας συνείδησης. Ας επιδιώξουμε να φτάσουμε με το νου εκεί που δε μπορούμε να φτάσουμε με τα μάτια και τις άλλες αισθήσεις μας. «Και εγένετο το Φως». Μέχρις εδώ καλά. Αυτή η πρόταση χωράει στα πλαίσια της ανθρώπινης νόησης. Αφού λοιπόν ήλθε το Φως, είναι απολύτως λογικό να προϋπήρχε το Σκότος. Αφού ο Θεός υπήρχε πάντοτε, για ποιο λόγο το Φως να μην υπήρχε εξίσου πάντοτε; Τώρα βέβαια αν κάποιος προβεί στην αμφιβολία της αέναης ύπαρξης του Θεού, τότε πρέπει και Αυτός κάποτε να δημιουργήθηκε. Από ποιόν όμως; Οδεύουμε με λίγα λόγια δηλαδή στην θεώρηση άλλων Θεών με την αλυσιδωτή αυτή λογική. Το συγκεκριμένο λοιπόν πρώτο αδιέξοδο που συναντήσαμε το θέτουμε προς διευκόλυνση εκτός συλλογισμού. Αφού λοιπόν ο Θεός υπήρχε πάντα, και πριν ακόμα από τη γέννηση του φωτός, του σύμπαντος και των όντων, ποιο ήταν το νόημα της ύπαρξής Του; Σε ποιον ήταν Θεός με λίγα λόγια. Σε ένα τίποτα, σε ένα χάος, σε ένα μηδέν; Δεν είναι ποτέ δυνατόν να νοηθεί βασιλιάς δίχως βασίλειο. Αν η Θεολογία ξεκινά το στοχασμό της με βάση τη «Γένεση» δε με ικανοποιεί. Αν πάλι η Θεολογία στηρίζει την προανθρώπινη ύπαρξη του Θεού σε μυθολογικά πλαίσια, όπου λαβαίνουν χώρα τιτάνιες μάχες για την κατάληψη του θεϊκού θρόνου και εκπτώσεις αγγέλων φωτός σε διαβόλους, δε με ικανοποιεί. Τόσο υπεραπλουστευμένα γεγονότα που διαδραματίζονται γύρω από το Υπέρτατο Όν, του οποίου η ουσία είναι ανθρωπίνως ακατάληπτη δε με ικανοποιούν.

Η Φιλοσοφία θα προχωρήσει παραπέρα, όχι για να βρει την άκρη και να ησυχάσει το πνεύμα του ανθρώπου, αλλά για να βρει το ερέθισμα που θα κάνει τον άνθρωπο να υπηρετήσει την «καθοδόν» φιλοσοφική σκέψη. Ας διερευνηθεί περισσότερο λοιπόν το πρόβλημα των ορίων της ύπαρξης.

Η ύπαρξη της αρχής προϋποθέτει και την ύπαρξη του τέλους. Αυτό τουλάχιστο ισχυρίζεται το ανθρώπινο μυαλό. Ας οριοθετήσουμε λίγο τα πράγματα. Ας μη γίνει λόγος για το τέλος του σύμπαντος, αλλά για το τέλος ενός ανθρώπου. Το ίδιο πράγμα είναι αν το καλοσκεφτείς, μόνο που διαφέρουν οι χρονικές ποσότητες. Με την εκπνοή μιας ζωής, ίσως συμπίπτει η εισπνοή μιας άλλης. Αυτή άλλωστε αποτελεί την ελπίδα όλων. Που όμως θα βρίσκεται αυτή η άλλη ζωή; Πόσο θα διαρκέσει και σε ποιο σκοπό θα αφιερωθεί; Όλα καλά με τον Παράδεισο. Έστω ότι μας καλύπτει από την άποψη του χώρου - σε μιαν άλλη, υπέροχη θεϊκή διάσταση -, και από την άποψη του χρόνου - για πάντα -. Δεν καλυπτόμαστε όμως από την πλευρά του σκοπού. Μετά το θάνατο κάθε ανθρώπινη ψυχή θα τριγυρνά άσκοπα στις αυλές του Παραδείσου; Καθόλου τιμητικό για τα θρησκευτικά «πιστεύω», ιδιαίτερα του Χριστιανισμού, που δηλώνουν με πυγμή κάθε ώρα και στιγμή ότι η πνοή κάθε ατόμου είναι σκόπιμη, είναι χρήσιμη, έναν αγαθό υπέρτατο σκοπό εξυπηρετεί. Υπάρχει όμως και η περίπτωση αυτή η πνοή να χάνεται μετά το θάνατο. Τώρα, καθώς φαίνεται απομακρυνόμαστε από τις θρησκευτικές διδαχές και τις εθιμικές χριστιανικές αρχές. Αν όμως δεν υπάρχει ζωή μετά το θάνατο, τότε εύλογα διακρίνω μια φοβερή σπατάλη ενέργειας. Οι άνθρωποι είναι μιας χρήσεως, ένα απλό γρανάζι μιας μηχανής, η οποία δε γνωρίζουμε ποιόν εξυπηρετεί και σε ποια κατεύθυνση οδεύει. Ε λοιπόν όχι. Έχω μεγαλύτερη ιδέα για το ανθρώπινο είδος.

Εν τέλει η αφθαρσία της ψυχής φαντάζει λογικότατη θεωρία. Όταν ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πλωτίνος -με τη θεωρία του των τριών υποστάσεων- έδινε στην ψυχή φύσει θεϊκό χαρακτήρα και θεϊκή προέλευση (εκ του μοναδικού, ενιαίου και αδιάσπαστου «Ενός», το οποίο μπορεί να ταυτισθεί με την έννοια του Θεού), δεν υπολόγισε πόσες αφορμές θα έδινε στους εκάστοτε μελετητές για περαιτέρω ανάλυση της θεωρίας του.

Η ψυχή, σύμφωνα με την προκείμενη θεωρία του Πλωτίνου, προερχόμενη έμμεσα από το «Έν», την υπέρτατη ουσία δηλαδή, έχει θεϊκή υπόσταση. Η ψυχή επίσης έχει την ιδιότητα να εισέρχεται στην εγκόσμια αδιαμόρφωτη ύλη και να της δίνει πνοή, ζωή, διάφορα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Εδώ όμως τίθεται το ερώτημα: «η ψυχή πού ανήκει τελικά, στα εγκόσμια ή στα επουράνια;». Σύμφωνα με τον Πλωτίνο η απάντηση αυτού του ερωτήματος έγκειται στην επιλογή της ψυχής. Υπάρχει η περίπτωση να γοητευθεί από την ύλη και τα δημιουργήματά της και η τιμωρία για το «ατόπημα» και την αλαζονική της στάση είναι η φθορά της, ο θάνατος. Από την άλλη όμως, μπορεί και να μην αφομοιωθεί με τα εγκόσμια και να αφιερωθεί στην προσπάθεια επαναφοράς της στο θεϊκό κόσμο, να ενωθεί με το «Έν». Τότε πλέον ο θάνατος θα επέλθει μόνο για την ύλη, μόνο για το σώμα του ανθρώπου. Η ψυχή δε θα συνοδεύσει το σώμα στην αποσύνθεση αλλά θα κερδίσει τη θεϊκή αιωνιότητα. Με αυτή τη θεωρία του ο Πλωτίνος προσπαθεί έμμεσα να παρουσιάσει τον ιδανικό ανθρώπινο τρόπο ζωής. Έτσι η ανθρώπινη ζωή δε δημιουργήθηκε για να αναλώνει τις προσπάθειές της εξολοκλήρου στον ορατό κόσμο της ύλης, αλλά για να συνειδητοποιήσει τη γνήσια ψυχική αξία και κατ επέκταση να υπερνικήσει τον εγκόσμιο θάνατο.

Ελπίζω, η τυφλότητα που δύναται να προκύψει από την πίστη να πάψει να υφίσταται ώστε να απαντηθούν καίρια ερωτήματα που απασχολούν συνεχώς την ανθρώπινη υπόσταση. Αυτό φυσικά δε σημαίνει πως είναι ανάγκη να θεωρήσουμε την πίστη άχρηστη στη ζωή, αφού αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα ενός ανθρώπινου όντος. Ο Δ.Λιαντίνης θα παρατηρήσει σχετικά: «Όποιος πιστεύει στο Θεό έχει μέσα του ένα νεκρό Θεό. Όποιος δεν πιστεύει στο Θεό έχει μέσα του ένα νεκρό άνθρωπο.». Με αυτή τη φράση τονίζεται τόσο η φαινομενικά αδύνατη λογική απόδειξη της ύπαρξης Θεού, όσο και η πέρα για πέρα ανθρώπινη ανάγκη της πίστεως.

Σε ορισμένες περιπτώσεις ο φιλοσοφικός στοχασμός της ύπαρξης οδηγεί την ανθρώπινη σκέψη στα άκρα. Τα όρια είναι πολύ λεπτά, ώστε ο παραλογισμός να είναι ενδεχόμενος. Για να αποφευχθεί λοιπόν ένας επικείμενος ξέφρενος στοχασμός θα πρέπει να χρησιμοποιούνται ορισμένες φορές τα «φρένα». Ένα κατάλληλο «φρένο» θα ήταν η διαγραφή από το λεξιλόγιό μας εννοιών που δεν τις χωρά το ανθρώπινο μυαλό μας. Ας μην κάνουμε ευρεία χρήση των λέξεων: «πάντα», «ποτέ», «πουθενά» και άλλων παρόμοιων. Η θνητή υπόσταση του εγκεφάλου έχει προγραμματιστεί να λειτουργεί με αρχή, μέση και τέλος. Για καθαρά πρακτικούς λόγους λοιπόν ας τα αποδεχόμαστε ενίοτε.
 
Top Bottom